«Αντιστέκομαι όπως οι ελιές της πατρίδας μου, οι σκληρές
σαν τα κόκαλα τ’ αντρειωμένου , που τους λείπουν οι μαύρες
μαντήλες μονάχα για να μοιάζουν με τις μανάδες μας`
που σφηνωμένες γερά στην απόλυτη πέτρα,
αδιαφορούν για τις θύελλες, αναπνέουν τις αστραπές
και τις κάνουνε μες στους πικρούς τους
χυμούς ειρήνη και φως.»
ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ
(Ημερολόγιο, Τα Ποιήματα, τ.2 , Τρία Φύλλα)