Έρως ανίκατε μάχαν,…Σ’ ουτ’ αθανάτων φύξιμος ουδείς ουθ’ αμερίων σε γ’ ανθρώπων, ο δ’ έχων μέμηνεν.» (Έρωτα ανίκητε στη μάχη,…Να σ’ αποφύγει εσένα δεν μπορεί ούτε θνητός κανείς ούτε αθάνατος κι αυτόν που τον κατέχεις τον τρελαίνεις). Έτσι τραγούδησε ο Σοφοκλής τον Έρωτα, «το μέγιστο ανάμεσα στους νόμους»…και «αλλοίμονο μ’ εμάς παίζει η Αφροδίτη, θεά που δεν μπορεί κανείς να τη νικήσει». «…Ο Έρωτας, που είναι ο πιο ωραίος ανάμεσα στους αθάνατους θεούς, και όλων των θεών και όλων των ανθρώπων δαμάζει μες στα στήθη τους τη γνώση και τη φρονιμάδα» η παρακαταθήκη του Ησίοδου στη «Θεογονία». «Υιόν του Πόρου και της Πενίας», μας τον παραδίδει ο Πλάτων στο «Συμπόσιο» και «Δαίμονα» τον αποκαλεί. Θεός και δαίμονας, λοιπόν, και ανατροπέας της καθημερινότητάς μας. Για τούτο και οι άνθρωποι τον φοβούνται. Πώς να αντέξουν το πάθος; Πώς να αντέξουν την τραγικότητα του Έρωτα«; Πρέπει να είναι η άνευ όρων παράδοση του εαυτού μας στην ετερότητα που προκαλεί ρωγμές στην ταυτότητά μας, όχι για να ξεφύγουμε από τη μοναξιά μας, αλλά για να ανοίξουμε την ταυτότητά μας σε αυτό που εμείς δεν είμαστε....Τις περισσότερες φορές είναι σημαντικές οι αναφορές σε Ελληνες φιλοσόφους (Πλάτων, Αριστοτέλης), σε σπουδαίους διαχρονικούς συγγραφείς (Αραγκόν, Σαρτρ), αλλά και σε σύγχρονους, όπως ο Μπρυκνέρ. Και όλες οι αναφορές λειτουργούν κάτω από το κλασικό σύνθημα: «Αγαπώ, άρα υπάρχω». Μια διαφυγή που αφορά όλη την ανθρωπότητα και που τη βοηθάει να αντιπαρέρχεται τις περίτρομες ψυχές και τον ανυποχώρητο πολλές φορές πανικό....Σήμερα ο έρωτας έχει ζήσει δεκάδες χιλιάδες μικρές επαναστάσεις και παρ’ όλα αυτά ζει στο μεταίχμιο. Νομίζει ότι ξέφυγε από τον Φάουστ, από τον ερωτοχτυπημένο Βέρβερο, σνομπάρει τον δόκτορα Ζιβάγκο, γελάει με τα νυχτοπερπατήματα του Μποντλέρ και αδιαφορεί για τον Μπόρχες και τον Μάρκες, που παραμένουν εγκλωβισμένοι σε ξεχασμένα χαρτοκιβώτια. Κι όμως, παραπλανημένος είναι κι αυτός, όπως κι εμείς άλλωστε που νομίζουμε ότι ελέγχουμε τα συναισθήματά μας, ότι μπορούμε επιφανειακά να τον αγγίξουμε και με την πρώτη ευκαιρία να του ξεφύγουμε.Ο Πασκάλ Μπρυκνέρ, πολυγραφότατος Γάλλος συγγραφέας, προσπαθεί να απαντήσει κατά πόσον ο έρωτας βρίσκεται στον αντίποδα της ελευθερίας. Αν κάποιος μου έθετε ένα τέτοιο ερώτημα, θα έλεγα ότι χρειάζομαι και τα δύο: τον έρωτα και την ελευθερία, σε μια ισότιμη σχέση. Αλλά για πόσο; Ο έρωτας και η ελευθερία δεν διατίθενται σε ποσότητες και κυρίως δεν χαρίζονται. Κατακτώνται. Από την πλευρά του, ο Μπρυκνέρ λέει ότι ο έρωτας δεν έχει καμιά σχέση με την ελευθερία. Αντιστέκεται στις ουτοπίες της δικαιοσύνης και της ισότητας και δεν επιδέχεται μεταρρυθμίσεις. Με λίγα λόγια, δεν ελέγχεται, γι’ αυτό και είναι δύσκολο να συμβιώνεις με κάποιον και παράλληλα να παραμένεις κύριος της ζωής σου( Η επιθυμία ενός ισχυρού δεσμού, γράφει ο Μπρυκνέρ στο τελευταίο του βιβλίο «Το ερωτικό παράδοξο»).....Ο Ράινερ Μαρία Ρίλκε γράφει για τον έρωτα και τους νέους: «Να πάρουν τον έρωτα στα σοβαρά, να τον αντέξουν, και να τον μάθουν, όπως μαθαίνουμε ένα επάγγελμα – αυτό πρέπει να κάνουν οι νέοι. Οι άνθρωποι έχουν παρεξηγήσει, όπως τόσα άλλα πράγματα, τη θέση του έρωτα στη ζωή. Εκαναν τον έρωτα παιχνίδι και διασκέδαση, πιστεύοντας ότι τα παιχνίδια και οι διασκεδάσεις προσφέρουν μεγαλύτερη ευχαρίστηση από τη δουλειά. Τίποτε όμως δεν μας δίνει μεγαλύτερη χαρά και ευτυχία από τη δουλειά. Και ο έρωτας, ακριβώς επειδή είναι η πιο ακραία μορφή χαράς και ευτυχίας, δεν μπορεί παρά να αποτελεί δουλειά. Οποιος αγαπά λοιπόν, πρέπει να προσπαθεί να φέρεται σαν να ‘χει να φέρει εις πέρας ένα πολύ σπουδαίο καθήκον