Κυριακή 23 Απριλίου 2017

Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου 23 Απριλίου ’

Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου (23 Απριλίου ): Ο Ελύτης γράφει για «το ιδανικό βιβλίο» που δεν έγραψε ποτέ και ο Παλαμάς γράφει την «Απολογία του βιβλίου»…Η 23η Απριλίου, ημέρα κατά την οποία το 1616 πέθαναν τρεις σημαντικοί συγγραφείς, ο ισπανός Θερβάντες, ο βρετανός Σαίξπηρ και ο περουβιανός Γκαρθιλάθο ντε λα Βέγκα, ανακηρύχθηκε το 1995 από την UNESCO Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου, για να «τιμήσει τα βιβλία και τους συγγραφείς και να ενθαρρύνει το κοινό, ιδιαίτερα τους νέους ανθρώπους, να ανακαλύψουν την απόλαυση της ανάγνωσης και να ανανεώσουν τον σεβασμό προς την αναντικατάστατη προσφορά όσων εργάστηκαν για την κοινωνική και την πολιτισμική πρόοδο της ανθρωπότητας»…-«Ένα τριαντάφυλλο για την αγάπη, ένα βιβλίο για πάντα»:
Στην Καταλονία, την ημέρα αυτή εορτάζεται η Μέρα των Βιβλίων και των Ρόδων, μία τοπική παραλλαγή της Γιορτής του Αγίου Βαλεντίνου, που συνδυάζεται με την εορτή του προστάτη της περιοχής, Αγίου Γεωργίου. Με το σύνθημα «Ένα τριαντάφυλλο για την αγάπη, ένα βιβλίο για πάντα», ο άνδρας θα χαρίσει στην αγαπημένη του ένα τριαντάφυλλο κι αυτή θα του το ανταποδώσει με ένα βιβλίο.
Στο επίκεντρο των εκδηλώσεων, ο περίφημος δρόμος της Βαρκελώνης «Λα Ράμπλα», η πιο ζωντανή γωνιά της πόλης, «ο μόνος δρόμος, που δεν ήθελα να τελείωνε ποτέ», όπως είχε πει κάποτε ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα. Εκτιμάται ότι μόνο την ημέρα αυτή διακινούνται στην Βαρκελώνη 500.000 βιβλία και 4 εκατομμύρια τριαντάφυλλα........................................Οδυσσέας Ελύτης: Το «ιδανικό βιβλίο» που δε έγραψε ποτέ:
Ο Ελύτης, ενώ οι Γερμανοί κατακτητές είναι έτοιμοι να μπουν στην Ελλάδα, βρέθηκε νοσηλευόμενος, βαριά ασθενής από τύφο, σ’ ένα νοσοκομείο των Ιωαννίνων. Γράφει, λοιπόν, στο βιβλίο του «Ανοιχτά χαρτιά- Το χρονικό μιας δεκαετίας» τα παρακάτω:
«…Βρέθηκα στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου των Ιωαννίνων, με όλες τις ενδείξεις τις επιστημονικές ότι δεν πρόκειται να ξανασηκωθώ, εξαιτίας του τύφου, ο οποίος πριν την ανακάλυψη των αντιβιοτικών δεν είχε άλλη σωτηρία από την αντοχή του οργανισμού σου… Έτυχε να περάσω τη μεγάλη κρίση από την αρρώστια τις ημέρες που άρχισε η επίθεση των Γερμανών… Το κρεβάτι μου βρισκόταν πλάι στο παράθυρο και κάθε φορά θυμάμαι, που σήμανε συναγερμός όλοι οι άλλοι άρρωστοι μαζί με τις νοσοκόμες και τους γιατρούς τρεχοκοπούσανε στα καταφύγια… Κι εγώ ασάλευτος, με την πληγιασμένη ράχη και το κομμάτι του ουρανού απ’ το ανοιχτό παράθυρο. Ένα αίσθημα που δεν είχα δοκιμάσει ποτέ όσο ήμουν τριγυρισμένος από τους στρατιώτες μου αναπηδούσε τώρα μέσα μου, πολλαπλασιαζότανε, με χίλιες φωνές μου έκρενε: ”πρέπει, πρέπει, πρέπει να ζήσεις, να νικήσεις, να τα βγάλεις πέρα”.
Θα ‘ναι, φαίνεται, στη μοναξιά και στον άνισο αγώνα που ξυπνάει όλος ο άντρας. Και ο ποιητής. Η ιδέα ενός βιβλίου με κρατούσε- όπως άλλους ένα εικόνισμα. Το έβλεπα, το φυλλομετρούσα, τα ποιήματα που δεν είχα γράψει, και που θα ήθελα να είχα γράψει, γεμίζανε με το εξωτερικό τους σχήμα τις σελίδες του, δεν απόμεινε παρά να τα “γεμίσω”, όπως γεμίζεις μια σειρά από άδεια ποτήρια, και αμέσως τι δύναμη, τι ελευθερία, τι αψηφισιά στις βόμβες και στο θάνατο….
Γάντζωνα τα νύχια μου στο σεντόνι. Παραληρούσα. Ύστερα ήρθανε, φαίνεται, μέρες που έχασα τη μιλιά μου εντελώς… Τη συνείδησή μου την ξαναβρήκα μια νύχτα που ήρθανε να με πάρουν για να με πάνε στο διπλανό καμαράκι…, όπου απομονώνανε τους μελλοθανάτους. Α όχι. Αυτό ποτέ. Μεμιάς η γλώσσα μου λύθηκε. Βρήκα τη δύναμη να διαμαρτυρηθώ, ν’ αρνηθώ, να φωνάξω, ακόμα και να χτυπήσω τις νοσοκόμες… Την άλλη μέρα, όταν είδα να με πλησιάζει ένας παπάς με το δισκοπότηρο στο χέρι, μόνο που δε γάβγισα. Το ‘βαλε στα πόδια, κι οι άλλοι άρρωστοι. Θαρρώ, γελούσανε. Όμως εγώ δε βάσταξα πια κι έβαλα τα κλάματα… ύστερα βυθίστηκα στον ύπνο για ώρες πολλές. Και την άλλη μέρα- κάτι απίστευτο- ξύπνησα σχεδόν απύρετος. Είχα περάσει τη μεγάλη κρίση. Το βιβλίο που ονειρευόμουνα θα μπορούσε ίσως να γίνει.
Και τώρα, βέβαια, που γράφω, ύστερα από τόσα χρόνια, το ιδανικό αυτό βιβλίο δεν έγινε. Αλλά τι σημαίνει; Η ελπίδα του με κράτησε στη ζωή, και τότε που δεν ήξερα και τώρα που κατάλαβα ότι τα ιδανικά βιβλία δε γίνονται ποτέ. “Η Ιθάκη σ’ έδωσε το ωραίο ταξίδι”. Να πάλι το passe- partout Καβάφη. Και άλλο ένα:
“Εδώ που έφθασες, λίγο δεν είναι,/ τόσο που έκαμες, μεγάλη δόξα.”…».
(Ο. Ελύτης, «Ανοιχτά χαρτιά- Το χρονικό μιας δεκαετίας)
-Κωστής Παλαμάς, «Η απολογία του βιβλίου»…
Γράφει ο Παλαμάς στα «Σύντομα σημειώματά» του (Άπαντα, τ. 6ος):
«“Αδέρφια είναι τα δύο: Το λουλούδι το ολόχαρο,/ το θλιβερό βιβλίο.”…
Η απολογία του βιβλίου: Είμαι κι εγώ ζωή. Μέσα μου κλειώ τη φωτιά του Προμηθέα. Μέσα στη ζωή είναι κι ο νους, υπέρτατη ζωή. Αυτό το νου κρατώ και τον παρουσιάζω. Μια συγκίνηση. Βοηθάω τα μάτια. Είμαι κι εγώ φύσις κι ομορφιά και ζωή κι αλήθεια. Όποιος δεν έχει μάτια και δεν ξέρει να κοιτάζει μέσα στα μεγάλα τα βιβλία, όμοια δε θα ‘χει φαντασία και δε θα ‘χει καρδιά. Και μήπως τάχα θα μπορέσει να δει τίποτε, όσο αμέσως κι αν τα στυλώσει τα μάτια του προς τον κόσμο γύρω του και μέσα του, και χωρίς τη συντροφιά του βιβλίου;».
-Επιπλέον, ο Κωστής Παλαμάς στο «Πεζοί δρόμοι Α’» (Άπαντα, τ. 10ος) γράφει για το βιβλίο:
«Διάβασα κάποιο βιβλίο και πίστεψα πως είμαι σοφός. Διαβάζω τώρα πιο πολλά, κι όσο διαβάζω τόσο πιο πολύ καταλαβαίνω την ασοφία μου. Αν το είπε άλλος δεν πειράζει, να το ξαναπώ κι εγώ. Εγώ δεν κυνηγώ τη λεγόμενη πρωτοτυπία».
Και αλλού πάλι σημειώνει:
«Διαβάζω θα πει ταξιδεύω. Όποιος τα καταφρονά τα βιβλία, καταφρονά τα ταξίδια. Ταξιδευτές και περιηγητές μπορεί να είναι του κάκου και για γέλια. Τα ταξίδια, ποτέ»......(Χ)

Αγαπημένες Σκέψεις

...