Ζύγωσε· Έσκυψε να δει τι να θωρούσε με τόση προσοχή ο γέρος· δεν είδε τίποτα, μονάχα το νερό να τρέχει.
-Τι βλέπεις, παππού; ρώτησε παραξενεμένος.
Σήκωσε ο γέρος το κεφάλι, χαμογέλασε θλιμμένος:
-Τη ζωή μου που τρέχει και χάνεται, παιδί μου, αποκρίθηκε· τη ζωή μου που τρέχει και χάνεται...
-Μη θλίβεσαι, παππού, ξέρει αυτή που πάει, κατά τη θάλασσα· όλες οι ζωές του κόσμου κατακεί πάνε, παππούλη."
Νίκος Καζαντζάκης, "Οι αδερφοφάδες", Εκδόσεις Καζαντζάκη
-Τι βλέπεις, παππού; ρώτησε παραξενεμένος.
Σήκωσε ο γέρος το κεφάλι, χαμογέλασε θλιμμένος:
-Τη ζωή μου που τρέχει και χάνεται, παιδί μου, αποκρίθηκε· τη ζωή μου που τρέχει και χάνεται...
-Μη θλίβεσαι, παππού, ξέρει αυτή που πάει, κατά τη θάλασσα· όλες οι ζωές του κόσμου κατακεί πάνε, παππούλη."
Νίκος Καζαντζάκης, "Οι αδερφοφάδες", Εκδόσεις Καζαντζάκη