Της είχε φτιάξει ένα λευκό περιδέραιο με πέτρες, είχε μια παλιά πολυθρόνα από κάτω, καθότανε τα βράδια και κουβέντιαζε τις αναμνήσεις και τα όνειρά του.
Η ελιά για πρώτη χρονιά φορτώθηκε καρπό. Ομόρφυνε, λύγισε τα κλαδιά της.
Κάποια στιγμή τον Νοέμβρη, έρχεται ο γεωργός, βάζει από κάτω τα πανιά, παίρνει μια βέργα, ανεβαίνει πάνω..πάνε οι ελιές ..πάνε τα φύλλα..πάει η ομορφιά…
Εκείνη άρχισε να κλαίει…
-Μα πως εννοεί ο άνθρωπος την αγάπη ;
-Μ’ αγαπούσε έλεγε…και με χάλασε ;
Τότε ακούει μια μαργαρίτα από κάτω να της λέει …
-Τον άνθρωπο μην τον παρεξηγείς.
Είναι ο μόνος …είναι ο μόνος , που δεν ξέρει την αγάπη.
Κοίταξε έμενα, που μια ζωή με μαδάει για να μάθει…!